Δεν μπορούσα να καταλάβω αν ήταν αγόρι ή κορίτσι. Είχε τα μαλλιά καπελάκι, φορούσε δύο σκουλαρίκια, κρατούσε τσάντα», θυμάται η Justine Frischmann. Βρισκόμαστε στο 1988, εκείνη είναι 19 ετών, o Brett Anderson 21. Σπουδάζουν στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. «Κάποιος τον ρώτησε τι δουλειά κάνει ο πατέρας του και εκείνος απάντησε ότι ήταν ταξιτζής και του είπα ότι το βρήκα πολύ ρομαντικό, κάτι που του φάνηκε αστείο». Οι Frischmann και Anderson γίνονται ζευγάρι μετά από λίγο. Τον πείθει να εγκαταλείψει τις σπουδές του στην Πολεοδομία για την Αρχιτεκτονική, που σπούδαζε εκείνη. «Δεν τον είχαν μεγαλώσει με τρόπο που να έχει απαιτήσεις από τον εαυτό του. Αυτό που του άρεσε σε μένα, αυτό που πάντα θα λέει για τη σχέση μας ήταν ότι πίστεψα σ’ αυτόν κι αυτόν τον άλλαξε».
Το χειμώνα του 1988 προς 1989, οι δυο τους, μαζί με τον κολλητό του Anderson, τον Mat Osman, νοικιάζουν ένα διαμέρισμα στο Finsbury Park. Ο πατέρας της Frischmann, Εβραίος της Ουγγαρίας που κατάφερε να διασωθεί από το Ολοκαύτωμα, είχε πολλά λεφτά. Ήταν ένα μοντέρνο, μεγάλο διαμέρισμα, με ωραία έπιπλα. Και ήταν ένας κρύος χειμώνας. Πέρασαν τέλεια. Πολύ ρομαντικά. Αγκαλιά στο δρόμο το πρωί για το Πανεπιστήμιο, μπροστά στο τζάκι το βράδυ. Ο Brett ήταν πολύ ρομαντικός στα πάντα και η Justine άρχισε να λατρεύει να βλέπει το Λονδίνο μέσα από τη δική του ματιά.
“Οι φίλοι μου και τα αδέλφια μου τους θεωρούσαν ξιπασμένους και δήθεν, αλλά εμένα μου άρεσε να περνάω χρόνο μαζί με το ζευγάρι. Ήταν ωραίοι μαζί, το θεωρούσα δεδομένο ότι θα παντρευόντουσαν”.
Bernard Butler
Σιγά-σιγά άρχισαν να σκαρώνουν και μουσικές. Οι τρεις τους. Και θέλησαν να φτιάξουν μια μπάντα. Αλλά κανείς τους δεν μπορούσε να παίξει lead κιθάρα. Έβαλαν μια αγγελία, απάντησε ο Bernard Butler. Στην αρχή δεν είχε καταλάβει τι ρόλο έπαιζε η Justine. «Νόμιζα ότι ήταν απλά η κοπέλα του. Αλλά ήταν συνέχεια εκεί. Πηγαίναμε στο δικό της διαμέρισμα για πρόβες (σ.σ. την άνοιξη μετακόμισε σε ένα μεγάλο σπίτι που ανήκε στον πατέρα της, ενώ ο Anderson νοίκιασε ένα διαμέρισμα στο Δυτικό Λονδίνο), καπνίζαμε μπάφους, κάναμε πράγματα που μου φαίνονταν επαναστατικά. Οι φίλοι μου και τα αδέλφια μου τους θεωρούσαν ξιπασμένους και δήθεν, αλλά εμένα μου άρεσε να περνάω χρόνο μαζί με το ζευγάρι. Ήταν ωραίοι μαζί, το θεωρούσα δεδομένο ότι θα παντρευόντουσαν».
Ο Butler έδεσε με τους υπόλοιπους και οι Suede μπήκαν στα σκαριά, αλλά ο χρόνος περνούσε και δεν υπήρχε μεγάλη πρόοδος. Το καλοκαίρι του 1990, οι Anderson και Butler είχαν ήδη γράψει το “Drowners” και το “Moving”, τα έπαιζαν σε συναυλίες, αλλά οι κυνηγοί ταλέντων και οι δημοσιογράφοι εκείνη την εποχή ασχολιόντουσαν μόνο με το shoe-gaze. Η Frischmann και ο Anderson ήταν ήδη ενάμιση χρόνο μαζί, όλη μέρα μαζί, όλη νύχτα μαζί και αυτή η κατάσταση απραγίας με το γκρουπ είχε αρχίσει να επηρεάζει και τη σχέση τους.
Το καλοκαίρι του 1990 οι Suede έπαιζαν support στους Blur σε ένα κλαμπ στο Μπράιτον. «Ζήτησα από τον Damon Albarn μια αφίσα των Blur και μου απάντησε “ε, τότε, αγόρασε μία”. Ήταν πολύ αναιδής», θυμάται η Frischmann. Όταν όμως είδε τους Suede στην σκηνή, κόλλησε. Βασικά κόλλησε με την κιθαρίστριά τους. Και στη συνέχεια έψαξε να τη βρει. Κάποια στιγμή την πήρε τηλέφωνο, με την πρόφαση ότι θέλει να τους προτείνει ένα gig, και μετά από λίγο κατέληγε να της κάνει πρόταση γάμου. Η Frischmann έχασε τον κόσμο κάτω από τα πόδια της. Της άρεσε πολύ. Λάτρευε τα τεράστια μπλε μάτια του. Αλλά τα είχε ακόμη με τον Brett Anderson.
Η Frischmann έβρισκε τους Blur «κάπως περίεργους», σε σχέση με τους Suede. «Συνεχώς πιωμένοι. Εντελώς παιδιά. Θλιβεροί». Όλοι, εκτός από τον Damon.
Τελικά, το Φεβρουάριο του 1991 δέχτηκε να βγει με τον Albarn. Λίγο μετά χώρισε με τον Anderson. Ο τραγουδιστής των Suede διαλύθηκε ψυχολογικά από το χωρισμό και από το γεγονός ότι δεν είχε καθόλου λεφτά και πλέον δεν υπήρχε η Frischmann να τον υποστηρίξει οικονομικά με το χαρτζιλίκι που έπαιρνε από τον πατέρα της. Όταν έμαθε ότι η πρώην κοπέλα του τα έφτιαξε με τον Damon Albarn, άλλο ένα πλουσιόπαιδο, με εκλεπτυσμένα γούστα, το έχασε εντελώς και κλείστηκε απόλυτα στον εαυτό του.
Η Frischmann, πάντως, έβρισκε τους Blur «κάπως περίεργους», σε σχέση με τους Suede. «Συνεχώς πιωμένοι. Εντελώς παιδιά. Θλιβεροί». Όλοι, εκτός από τον Damon. O οποίος, παρότι τη γούσταρε τόσο πολύ ώστε να της κάνει τηλεφωνική πρόταση γάμου, της εξήγησε ότι μαζί του δεν γινόταν να κάνει τίποτε άλλο παρά μια ελεύθερη σχέση. Οι Blur ήταν ήδη σταρ και ο Albarn δεν είχε συνέχεια χρόνο για την κοπέλα του –καθόλου δεν έμοιαζε η σχέση της, με αυτή που είχε με τον Anderson. Ο Albarn δοκίμαζε τα πάντα. Φασωνόταν με αγόρια, έκανε την επανάστασή του. Και η ερωτευμένη Frischmann όχι μόνο δεν γκρίνιαζε, αλλά το απολάμβανε κιόλας.
Αλλά παρέμενε μέλος των Suede. Αργούσε στις πρόβες. Μάλωνε με τον Anderson. Τους έλεγε υποτιμητικές ατάκες του τύπου «δεν μπορώ τώρα, γυρίζουν βίντεοκλιπ οι Blur». Τελικά ο Anderson δεν άντεξε. Κάποιο βράδυ την έδιωξε. Και αυτό ήταν το κλικ που άλλαξε τους Suede για πάντα. Ξαφνικά βρήκαν αυτό που τους έλειπε. Την επόμενη φορά που τους είδε ζωντανά η Frischmann είπε «είναι οι επόμενοι Smiths». Ο Damon Albarn δίπλα της εξερράγη. Την επόμενη χρονιά ήταν οι Suede που έγιναν σταρ και ο Albarn απέκτησε ξαφνικά μια εμμονή. Ήθελε να κάνει κάτι πιο σπουδαίο από αυτούς. Ήθελε μια μουσική εκδίκηση.
Το 1993, δύο χρόνια μετά τον εκδιωγμό της από τους Suede, η Justine Frischmann είχε επιτέλους τη δική της μπάντα. Οι Elastica κατάφερναν να συνδυάσουν την Britpop των Blur και των Suede με το grunge των Nirvana, με τους οποίους ασχολείτο όλος ο κόσμος εκείνη την εποχή. Μαζί της στο γκρουπ ήταν ο Justin Welch και η Donna Matthews. Ζευγάρι στη ζωή. Και στα ναρκωτικά. Ο Albarn και η Frischmann έπιναν και κάπνιζαν λίγη μαριχουάνα, αλλά οι Welch και Matthews ήταν κανονικά εξαρτημένοι από την ηρωίνη.
Η εκδίκηση του Albarn ήρθε το 1994 με το “Parklife”. Οι Blur βρέθηκαν στην κορυφή, πιο πάνω από τους Suede. Πιο πάνω κι από τους Elastica που είχαν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον την προηγούμενη χρονιά. Και η επιτυχία είχε το τίμημά της. Το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που περίμεναν όλοι. Ο Albarn ξαφνικά έπαθε κατάθλιψη. Και η Frischmann έχει πια καριέρα και δεν μπορεί να είναι εκεί να τον βοηθήσει, τώρα που τη ζητάει δίπλα του όλη την ώρα, τώρα που δεν θέλει πια να έχει μια «ελεύθερη σχέση».
Μαζί με τη Frischmann στους Elastica ήταν ο Justin Welch και η Donna Matthews. Ζευγάρι στη ζωή. Και στα ναρκωτικά. Ο Albarn και η Frischmann έπιναν και κάπνιζαν λίγη μαριχουάνα, αλλά οι Welch και Matthews ήταν κανονικά εξαρτημένοι από την ηρωίνη.
Το 1995, οι Elastica έφυγαν για περιοδεία στις ΗΠΑ και η σχέση του ζεύγους είχε πια περιοριστεί στα τηλεφωνήματα. Αλλά η Frischmann ήταν ακόμη ερωτευμένη με τον Albarn. Όταν γύρισε στο Λονδίνο, συνειδητοποίησε ότι η ηρωίνη βρισκόταν παντού γύρω της. Ο Anderson είχε πρόβλημα, τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ της είχαν πρόβλημα, ακόμη και ο σύντροφός της, που μέχρι τότε ήταν ο μεγαλύτερος πολέμιος των ναρκωτικών, είχε σταματήσει να της μιλάει αρνητικά. Σύντομα και η Frischmann είχε πρόβλημα. Το 1996 ήταν η χρονιά των Oasis. Και η χρονιά που η frontwoman των Elastica έγινε ηρωινομανής.
Το 1997, οι “Blur” κυκλοφόρησαν το “Blur”, αλλά ο Albarn είχε πια σιχαθεί τη φάση της brit-pop και ήθελε να κάνει κάτι άλλο. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό είχε παίξει και η σχέση του με τη Frischmann και το πού είχε οδηγηθεί μετά το πρόβλημά της με την ηρωίνη. Όταν άρχισε να είναι ξανά εκείνος απών, εκείνη στράφηκε σε κάποιον που την καταλάβαινε περισσότερο. Έπειτα από 6 χρόνια σχέσης με τον Damon Albarn, τα ξαναβρήκε με τον Brett Anderson.
To “Blur” άνοιγε με ένα παράξενο κομμάτι. Ένα γλυκερό και κάπως χαρωπό και ανέμελο τραγούδι που το έλεγαν “Beetlebum”. Ένα τραγούδι που, όμως, έκρυβε πολύ πόνο. Μιλούσε για τις βραδιές που ο Albarn προσπαθούσε να ακολουθήσει τη Frischmann στα ταξίδια της με την ηρωίνη και την πάλη της γλυκιάς ζαλάδας με τη συνειδητοποίηση ότι όλο αυτό τον διέλυε –διέλυε τη σχέση του. Είχε γράψει ή θα έγραφε κι άλλα τραγούδια για εκείνη. Το “Tender” ήταν κι αυτό για χάρη της. Δεν θα μπορούσε να την ξεπεράσει τόσο εύκολα. Αλλά το “Beetlebum” ήταν το κομμάτι που τα έλεγε όλα. Ένα τελευταίο χαμόγελο, ακόμη κι όταν ήξερε πως η καταστροφή είχε έρθει. Το πρόβλημά του δεν ήταν πια ο Brett Anderson. Ήταν η ηρωίνη. Ο Damon Albarn είχε πάρει την απόφασή του να φύγει πια. Να εγκαταλείψει για τα καλά την Britpop κι όσα αυτή κουβάλησε μαζί της.