Στη χερσόνησο του Railay, εκεί βαπτίστηκα
Η 10η επέτειος του ταξιδιού που τα ξεκίνησε όλα.
Στη χερσόνησο του Railay, εκεί βαπτίστηκα.
Railay; Για να προσανατολιστούμε: Μισή ώρα δρόμος με το ταχύπλοο βόρεια από το «Νησί του Τζέιμς Μποντ» ή βορειοανατολικά από το Πουκέτ, δύο προορισμούς που έχουν επισκεφθεί σχεδόν όλοι όσοι έχουν ταξιδέψει στην πανέμορφη Ταϊλάνδη. Εκεί λοιπόν υπάρχει μια υπέροχη τρύπα.
Μια τρύπα.Την έχει φιλοτεχνήσει στον ασβεστόλιθο το νερό. Σταγόνες βροχής, λίγες-λίγες, ή νεροποντές που ανέμελες πέφτουν εκεί για εκατομμύρια χρόνια, αγνοώντας πως αυτό που δημιουργούν έχει την φοβερή ικανότητα, μεταξύ άλλων, να κόβει την ανάσα σε όποιον άνθρωπο το συναντήσει. Παραδόξως αυτή η τρύπα -ας τη λέμε καλύτερα κρυμμένη λίμνη μέσα στο βράχο- δεν είναι κάποιο διάσημο αξιοθέατο.
Ή όχι και τόσο παραδόξως.
Γιατί, για να φτάσει κανείς στη λίμνη, πρέπει να πάρει το μονοπάτι. Όταν στέκεται στην αρχή του μονοπατιού, βλέπει μια ξύλινη πινακίδα που γράφει Lagoon μ’ ένα βελάκι δίπλα. Το βελάκι δείχνει σε ένα βράχο. Κάθετο. Κοφτερό.Αν ασχοληθεί λίγο παραπάνω, θα δει ένα φαγωμένο σκοινί να κρέμεται από κάπου ψηλά. Από ένα αόρατο σημείο μέσα από το τροπικό δάσος που βρίσκεται μερικά μέτρα πιο πάνω. Τα πρώτα 50-100 μέτρα του μονοπατιού είναι αυτό: Ένα σκοινί κι ένας βράχος, στον οποίον πρέπει να αναρριχηθείς. Ακόμη κι όταν περάσεις την πρώτη αυτή δυσκολία, η λίμνη δεν είναι κοντά σου. Χρειάζεται ακόμη 20 λεπτά δρόμος, αναρρίχηση και καταρρίχηση, περπάτημα μέσα σε τροπική βλάστηση, αισιοδοξία ότι δεν έχεις χαθεί, ότι δεν θα πιάσει ξαφνικά κάποια τροπική καταιγίδα που θα σε κάνει ένα με την κόκκινη λάσπη που πατάς, ότι δεν θα σε τσιμπήσει κάποια από αυτές τις αράχνες, τους ιστούς των οποίων παραμερίζεις για να περάσεις.
Τα πρώτα 50-100 μέτρα του μονοπατιού είναι αυτό: Ένα σκοινί κι ένας βράχος, στον οποίον πρέπει να αναρριχηθείς. Ακόμη κι όταν περάσεις την πρώτη αυτή δυσκολία, η λίμνη δεν είναι κοντά σου.
Μα κι όταν φτάνεις στα 10 μέτρα από τη λίμνη, πάλι δεν τη βλέπεις. Και το χειρότερο, χρειάζεται ένα πραγματικό leap of faith, για τη συναντήσεις. Όταν επιτέλους βρεθείς σε ένα άνοιγμα, κάτι σαν ξέφωτο που ίσως σημαίνει ότι έφτασες στον προορισμό σου, το σημείο που στέκεσαι απέχει κάπου 3 μέτρα από αυτό από κάτω σου. Κι από εκεί που στέκεσαι δεν μπορείς να διαπιστώσεις αν υπάρχουν «πατήματα» για να ανεβείς όταν θα θες πια να πάρεις το δρόμο της επιστροφής -δύσκολη απόφαση το πήδημα στον κάτω βράχο, ειδικά αν δεν είσαι σίγουρος ότι βρίσκεσαι στο σωστό μονοπάτι.
Ξενερωμένος και λασπωμένος, αποφάσισα να επιστρέψω. Αλλά άκουσα -πολύ κοντά μου- χαρωπές φωνές και τον ήχο του ανθρώπινου σώματος που σκάει στο νερό όταν βουτάει από κάπου ψηλά. Ε, πήδηξα και πήγα να τους συναντήσω.
Πριν από 10 χρόνια, το Νοέμβριο του 2010, ήταν εκείνο το ταξίδι στην Ταϊλάνδη (με το κλισέ μπανάκι στην παραλία του Ντι Κάπριο, αλλά και ψητούς αστακούς και καραβίδες στην άμμο και μετακινήσεις με longboats συνοδεία κροκοδείλων) που μού έκανε μια ένεση που περιείχε διάθεση για περιπέτεια, της οποίας η επίδραση δεν ξέρω πότε θα περάσει. Νομίζω ήταν η βάπτιση σε εκείνη την τρύπα που τα άλλαξε όλα. Η κατάδυσή μου ως τουρίστα, με το Vilebrequin και τα All-Stars, και η ανάδυση ως ταξιδιώτη. Ως ενός πρεζακιού εμπειριών.Την επόμενη, τρελή δεκαετία, θα ακολουθούσαν -μεταξύ άλλων- sandboarding στον ψηλότερο αμμόλοφο του κόσμου, windsurfing με καρχαρίες (μικρούς και άκακους) στον Ινδικό, καβγάς με Γεωργιανές αγελάδες (πιο ιερές κι απ’ αυτές της Ινδίας) για να μ’ αφήσουν να συνεχίσω το δρόμο προς το ψηλότερο διάσελο του Καυκάσου που περνάει αυτοκίνητο, ένα Dacia Duster στην προκειμένη περίπτωση.
Ιδανικά, την επέτειο των 10 ετών από εκείνο το ταξίδι στην Ταϊλάνδη θα έπρεπε να τη γιορτάζω σε κάποια άγνωστη γωνιά του κόσμου, στην 52η -ή και παραπάνω- χώρα που θα γνώριζα. Τρώγοντας τηγανητά έντομα ή ποδηλατώντας δίπλα σε γαζέλες. Αλλά ο κορωνοϊός διέκοψε το μέτρημα στις 51 χώρες και εντελώς άχαρα με υποχρέωσε σε μηδέν περιπέτειες στο εξωτερικό την τελευταία χρονιά αυτής της τρελής δεκαετίας. Διάβασα κάπου ότι ο κλάδος με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη όταν τελειώσει αυτός ο εφιάλτης (όχι και παράλογο, αφού τώρα βρίσκεται σχεδόν στο 0), θα είναι ο τουρισμός. Πρόκειται να συμβάλω κι εγώ σε αυτό. Έχετε καμιά καλή πρόταση;